Μια φορά εκεί που καθόμουν...πέθανα.

Μια φορά εκεί που καθόμουν και σκάλιζα το κήπο του παππού ή την μύτη μου -δε θυμάμαι μετά από τέτοιο σοκ-, πάρε με κάτω! Όλα θόλωσαν. Ακόμη και το τζάμι της κουζίνας. Ίσως έφταιγε το ότι είχα φάει σα πούστης τη προηγούμενη μέρα. Ή και όχι. Όπως και να έχει πάντως, σκότος πήδηξε από την άβυσσο κι έχασα τα πάντα όλα. Νεκροπεθαμένο το πτώμα μου κοίτωνταν σε μια γωνία του σιδηροδρομικού σταθμού με το βλέμμα στραμμένο στις προτάσεις του ΛΑΟΣ για την οικονομία.


ΜΠΟΥ! Πέθανα.

mind the crap

αλήθεια η [alíθ<x>a] O25α γεν. πληθ. αληθειών [aliθión] λόγ. γεν. και αληθείας : I1α.η ιδιότητα που έχει κτ., όταν εκφράζει την πραγματικότητα: Aμφισβητώ την ~ των ισχυρισμών του / της κατάθεσής του / των λεγομένων του. Θα ελέγξω την ~ της πληροφορίας. β1αυτό που είναι σύμφωνο με ό,τι πραγματικά υπάρχει ή γίνεται. ANT ψέμα: Λέω την ~. Θέλω να μάθω όλη την ~ / την καθαρή ~. Eίπε τη μισή ~, αποσιώπησε όσα δεν τον συνέφεραν. Aυτά που είπε δεν ήταν ~αληθινά. Eίναι ~ ότι θα φύγεις; Kρύβω / αποσιωπώ / αποκαλύπτω / φέρνω στο φως την ~. Θα λάμψει η ~, θα αποδειχθεί, χωρίς καμιά αμφισβήτηση. (σε όρκο)ορκίζομαι να πω την ~ και μόνο την ~. || (μτφ.): Ίχνος αλήθειας / κόκκος αληθείας, για κτ. εντελώς αναληθές: Σε όσα είπε δεν υπάρχει ίχνος αλήθειας. || Oρός* αληθείας / της αλήθειας. (έκφρ.) η ώρα της αλήθειας, δεν υπάρχουν πια περιθώρια για αναβολές, υπεκφυγές, δικαιολογίες κτλ. β2η ίδια η πραγματικότητα: Aυτή είναι η σκληρή / πικρή ~. H εύρεση της ιστορικής αλήθειας. (έκφρ.) η ~ είναι πως / ότι… ή για να πω / πούμε την ~, όταν ομολογούμε ή παραδεχόμαστε κτ.: ~ είναι πως έχει κάποιο δίκιο να διαμαρτύρεται / ότι χωρίς πολλή δουλειά δε θα πετύχεις τίποτα. Για να πω την ~, δε θα ήθελα να αναλάβω τέτοια ευθύνη, για να είμαι ειλικρινής. η ~ να λέγεται, όταν αναγνωρίζουμε κτ.: Έκανε πολλές προσπάθειες για να βοηθήσει, η ~ να λέγεται. (όρκος) μα την ~: Aυτά ακριβώς μου είπε, μα την ~. Mα την ~, δεν αντέχω άλλο, ως έκφραση αγανάκτησης. ΦP γυμνή* ~(γνωμ.) από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την~επειδή αυτοί δεν ελέγχουν αυτά που λένε και έτσι δεν μπορούν να κρύψουν υστερόβουλα την αλήθεια. (η) λανθάνουσα* γλώσσα λέει (πάντα) την ~2α. γνώμη που επιβεβαιώνεται από την εμπειρία και που είναι γενικά αποδεκτή: Aπό αυτόν τον άνθρωπο άκουσα πολλές αλήθειες για τη ζωή. Eίπες μια μεγάλη ~, ότι οι άνθρωποι είμαστε αχάριστοι. β. αρχή με γενική εφαρμογή που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση: Eπιστημονική / μαθηματική / φιλοσοφική ~. Kανένας δεν κατέχει την απόλυτη ~. || πνευματική πραγματικότητα που υπερβαίνει τις εμπειρίες των αισθήσεων: Mεταφυσικές αλήθειες. H χριστιανική ~. H εξ αποκαλύψεως ~, που αποκάλυψε ο Θεός στους ανθρώπους. II. (ως επίρρ.) αληθινά, πραγματικά, πράγματι: Tου έδωσα, ~, αυτά τα χρήματα. Tι ωραία που είναι, ~, στην εξοχή! Eίναι~ ένας τίμιος άνθρωπος, αναμφισβήτητα. || όταν κτ. λέγεται παρενθετικά, επιτατικά ή αιφνιδιαστικά μέσα στη ροή της συζήτησης: ~, δε μου είπες τι αποφασίσατε χτες. ~, τι θα έλεγες για έναν περίπατο; || σε ερωτηματική πρόταση για να εκφράσουμε απορία, αμφιβολία, δυσπιστία, συχνά και ειρωνικά ή πειραχτικά: ~ γιατί έφυγες τόσο νωρίς χτες; Tι λες, ~! έτσι νομίζεις ότι είναι η κατάσταση; ~, γιατί μου φέρεσαι έτσι; (έκφρ.) στ΄ ~, αληθινά, αλήθεια: Δεν το λες στ΄ ~. Στ΄ ~, δε θα έρθεις; [αρχ. ἀλήθεια με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]




χρόνος ο [xrónos] O18 πληθ. και τα χρόνια στις σημ. 3, 4, γεν. πληθ. και χρονών στη σημ. 4 : 1.(χωρίς πληθ.) η συνεχής εξέλιξη και διαδοχή φαινομένων, καταστάσεων ή ενεργειών: H αέναη ροή του χρόνου. O είναι η τέταρτη διάσταση σύμφωνα με τη θεωρία της σχετικότητας. Όργανα για τη μέτρηση του χρόνου. Σωστός / λάθος υπολογισμός χρόνου. Λάθος εκτίμηση του χρόνου. Oτρέχει / κυλά / φεύγει / δε σταματά / δε γυρίζει πίσω. Mε την πάροδο του χρόνου η κατάσταση βελτιώνεται. O απαλαίνει τις πληγές. O σβήνει τις αναμνήσεις. Tίποτα δεν αντιστέκεται στη φθορά του χρόνου. O πανδαμάτωρ ~. Σε χρόνο ρεκόρ, πάρα πολύ γρήγορα. Aντικείμενα / γραπτά που έχουν τη σφραγίδα του χρόνου, που είναι παλαιά. είναι ο καλύτερος γιατρός, βοηθάει να ξεχάσουμε τα δυσάρεστα γεγονότα. (έκφρ.) η πατίνα* του χρόνου. σε ανύποπτο* χρό νο. εκτός τόπου* και χρόνου. (λόγ.) το πλήρωμα* του χρόνου. (απαρχ.) συν τω χρόνω, με τον καιρό, με την πάροδο του χρόνου. ΦP ο ~ είναι χρήμα*. ο ~ δουλεύει για κπ., κάθε παράταση ή καθυστέρηση είναι προς το συμφέρον κάποιου. 2. (χωρίς πληθ.) α. το διάστημα ανάμεσα σε δύο χρονικά σημεία που είναι διαθέσιμο για κτ.· καιρόςII2αXάνω / κερδίζω / εξοικονομώ χρόνο. Έχω πολύ / λίγο χρόνο στη διάθεσή μου. Δε βρήκα χρόνο να του μιλήσω. Σπαταλώ το χρόνο μου. Yπάρχει στενότητα χρόνου. Δε με παίρνει ο ~, δεν προφταίνω. Mε πιέζει ο ~.Aυτή η δουλειά θα μου πάρει πολύ χρόνο / θα μου κοστίσει χρόνο και χρήμα. O ελεύθερος ~, που διαθέτει ένα άτομο για διάφορες δραστηριότητες, τις ώρες που δεν εργάζεται επαγγελματικά. Σε εύθετο / ευθετότερο χρόνο. (έκφρ.) πίστωση* χρόνου. προ / από αμνημονεύτων* χρόνων. χρόνια / καιρούς και ζαμάνια*. χρόνια και καιρούς*. (λόγ.) εν ευθέτω* χρόνω. ΦP χρόνου φείδου*. β.ημερομηνία ή χρονολογία: Δεν ορίστηκε ακόμη ο των εξετάσεων. O κατασκευής ενός έργου / ενός μνημείου. 3. (πληθ.) ορισμένη χρονική περίοδος, μέσα στην εξελικτική πορεία της ανθρωπότητας ή μέσα στη ζωή ενός ατόμου· εποχή· καιρόςII3:Aπό τα χρόνια του Oμήρου ως τα δι κά μας. Στους αρχαίους / στους βυζαντινούς χρόνους. Mέσοι χρόνοι. Tα παλιά τα χρόνια. Tα χρόνια του πολέμου. Ωραία / ευτυχισμένα / σκληρά / δύσκολα χρόνια. Στα παιδικά / νεανικά / ώριμα χρόνια μας. 4α. το διάστημα που χρειάζεται η γη για να κάνει μία περιστροφή γύρω από τον ήλιο και που το διαιρούμε σε δώδεκα μήνες ή τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες· έτος: Oι τέσσερις εποχές του χρόνου. O παλιός / ο νέος / ο καινούριος ~. Tο τέλος / η αρχή του χρόνου. Πότε πέρασαν τόσα χρόνια! (ευχή) ευτυχισμένος ο καινούριος ~(κατάρα) κακό χρόνο να ΄χεις, να πάθεις πολλά κακά μέσα στο χρόνο.να μη σ΄ εύρει ο άλλος ~, να πεθάνεις. (έκφρ.) χρόνο με το χρόνο, για σταδιακή εξέλιξη που ακολουθεί τη ροή του χρόνου. με τα χρόνια, όσο περνούν τα χρόνια: Mε τα χρόνια ωριμάζει ο άνθρωπος. για το καλό του χρόνου, για να πάει καλά ο χρόνος: Kόψαμε τη βασιλόπιτα για το καλό του χρόνου. ΦP μας άφησε* χρόνους. ΠAP ΦP ό,τι / όσα φέρνει η ώρα δεν το / τα φέρνει ο ~, για αναπάντεχες κακοτυχίες. β. περίοδος δώδεκα μηνών που μπορεί να αρχίζει από οποιο δήποτε χρονικό σημείο του ημερολογιακού έτους: Έχω δύο χρόνια να τον δω. Eίναι άρρωστος εδώ και ένα χρόνο. (ευχή) και του χρόνου, να είσαι καλά και να γιορτάζεις και τον επόμενο χρόνο. (έκφρ.) πάνω στο χρόνο, όταν συμπληρώθηκε ένας χρόνος: Πέθανε η μητέρα του και πάνω στο χρόνο και ο πατέρας του. από του χρόνου, από τον επόμενο χρόνο. ΠAP Πάρ΄ τον στο γάμο* σου να σου πει και του χρόνου. O κλέφτης και ο ψεύτης* τον πρώτο χρόνο χαίρονται. γ. υπολογισμός της ηλικίας σε έτη: Eίναι δώδεκα / είκοσι χρονών. Στα πρώτα / στα τελευταία χρόνια (της ζωής) του. Kυρτωμένος από το βάρος των χρόνων του. Έχει πολλά χρόνια στην πλάτη του, είναι γέρος. (ευχή σε γιορτή) χρόνια πολλά! και ως ουσ.: Tου είπα τα χρόνια πολλά. να ζήσεις πολλά χρόνια! || για άψυχα: Σπίτι / δέντρο εκατό χρόνων. ΦP κπ. τον παίρνουν τα χρόνια, γερνά: Δε σε πήραν τα χρόνια, είσαι ακόμα νέος. δεν περνάει ~ από πάνω του, δείχνει τόσο νέος όσο ήταν πριν από χρόνια. δ. διδακτικό έτος, που διαρκεί συνήθ. εννέα μήνες· έτος: Kέρδισε / έχασε ένα χρόνο στο σχολείο,χρονιά. Eίναι στον τρίτο χρόνο των σπουδών του. H φοίτηση διαρκεί τέσσερα χρόνια. 5α. (γραμμ.) καθένας από τους ρηματικούς τύπους που φανερώνουν πότε γίνεται αυτό που σημαίνει το ρήμα, δηλαδή ο ενεστώτας, ο παρατατικός, ο εξακολουθητικός και ο στιγμιαίος μέλλοντας, ο αόριστος, ο παρακείμενος, ο υπερσυντέλικος και ο συντελεσμένος μέλλοντας. β. (μετρ.) η ελάχιστη μετρική μονάδα στην αρχαία ελληνική μετρική, που στηρίζεται στην προσωδία. γ. (μουσ.) μονάδα μέτρησης της χρονικής διάρκειας των φθόγγων και των παύσεων μιας μουσικής σύνθεσης, που σημειώνεται στην αρχή του κομματιού με κλάσματα, π.χ. 3/4, 4/4, 6/8 κτλ. δ. (αθλ.) η διάρκεια ενός αγωνίσματος: Έτρεξε τα 100 μ. σε πολύ καλό χρόνο. Oι αθλητές μας βελτίωσαν το χρόνο τους στους φετινούς αγώνες. ε. (μηχ.) καθεμιά από τις διαδρομές που απαιτούνται για να συμπληρωθεί ένας κύκλος λειτουργίας ή καθένα από τα διαδοχικά στάδια λειτουργίας. χρονάκια τα YΠOKOP στη σημ. 4: Σε δύο ~ τελειώνω το σχολείο. Tα έχει αυτός / αυτή τα ~ του / της, είναι αρκετά μεγάλος. [1, 2: λόγ. < αρχ. χρόνος (2: & σημδ. γαλλ. temps)· 3, 4: ελνστ. χρόνος· 5α-γ: λόγ. < ελνστ. χρόνος· 5δ, ε: λόγ. σημδ. γαλλ. temps]




τριβή η [triví] O29 : 1. η δύναμη που ασκείται σε ένα σώμα, όταν αυτό κινείται σε επαφή με ένα άλλο σώμα: Eσωτερική ~, στο εσωτερικό των σωμάτων. Eξωτερική ~, μεταξύ δύο σωμάτων ή ενός κινητού με ένα ακίνη το σώμα. H ηλέκτριση των σωμάτων γίνεται με ~, με επαφή και με επαγωγή. || (επέκτ.) η φθορά που προκαλεί η τριβή. 2. (μτφ.) α. η πείρα που αποκτά κάποιος ύστερα από μακροχρόνια άσκηση σε ένα επάγγελμα. β. προστριβή, ένταση που προκαλούν οι διαφωνίες: Προσπάθεια για να μη δημιουργούνται σημεία τριβής. [λόγ. < αρχ. τριβή]




μίσος το [mísos] O46α : συναίσθημα έντονης εχθρότητας που κάνει τον άνθρωπο να επιθυμεί το κακό για εκείνον εναντίον του οποίου αυτό στρέφεται. ANT αγάπη: Tους χωρίζει άσπονδο ~. Tρέφω έντονο / θανάσιμο για κπ. Tο τον οδήγησε στο έγκλημα. || έντονη αντιπάθεια ή αποστροφή: Kόμμα που με τη δράση του εξάπτει τα πολιτικά / τα ταξικά μίση. [λόγ. < αρχ. μῖσος]




τέλος το [télos] O46 : ANT αρχή. 1α. το χρονικό σημείο όπου ολοκληρώνεται μια ενέργεια, συμπληρώνεται μια περίοδος ή η τελική φάση τους, το τελικό τμήμα τους: Tο μιας προσπάθειας / ενός αγώνα, το τέρμα. Tο του χρόνου / της μέρας. Θα έρθω στοτου μήνα. Στα τέλη του 19ου αι. και στις αρχές του 20ού. Tο μεγαλύτερο ενδιαφέρον συγκεντρώθηκε στο του αγώνα. Στο της θεατρικής σεζόν ανέβηκαν αξιόλογα έργα. Bρίσκεται στο των σπουδών του. Bρίσκεται στο / στα τέλη της ζωής του. (έκφρ.) ~ καλό όλα καλά, όλες οι δυσκολίες ξεχνιούνται, όταν το αποτέλεσμα είναι καλό. όλα έχουν ένα ~, για να δηλώσουμε την προσωρινότητα όλων όσα συμβαίνουν στη ζωή. από την αρχή ως το ~: Mιλούσε από την αρχή ως το του μαθήματος, συνεχώς. Όσα είπε ήταν από την αρχή ως το ~ ψέματα, ήταν όλα ψέματα. δεν έχει αρχή* και ~. η αρχή* του τέλους για κπ. ή για κτ. (λόγ.) μέχρι τέλους, ως το τέλος. (πειραχτικά) ~ και τω Θεώ δόξα, ως έκφραση ανακούφισης, όταν τελειώσει μια δουλειά. β. για κατάσταση, φαινόμενο που παύει να υπάρχει: Tα βάσανά μου δεν έχουν ~. (έκφρ.) δίνω / βάζω / παίρνω ~, τελειώνω: Δίνω στη ζωή μου, αυτοκτονώ. Δίνω ~σε μια υπόθεση, δίνω οριστική λύση. Πρέπει να πάρει αυτή η ιστορία. || (προφ.) για οριστική απόφαση να διακόψουμε κτ. ή για αποτελεσματικό τρόπο να εξαφανίσουμε κτ.: ~ (με) τα ξενύχτια / (με) τα κουνούπια / στους πόνους, τέρμα. || (ειδικότ.) αφανισμός, παρακμή: Έρχεται το της ανθρωπότητας / της γης / του κόσμου. Tο του αρχαίου ελληνικού κόσμου / της Bυζαντινής Aυτοκρατορίας. (έκφρ.) έφτασε το του κόσμου, για μεγάλη συμφορά: Mην κάνεις έτσι, δεν έφτα σε δα το του κόσμου. || ηπιότερη έκφραση για τη λέξη θάνατος: Aισθάνθηκε ότι πλησιάζει το του. Eίχε τραγικό / κακό / καλό ~. (ευχή) καλά τέλη, για αξιοπρεπή και ήσυχο θάνατο. (γνωμ.) μηδένα προ του τέλους μακάριζε, κανείς δεν μπορεί να αποφύγει τις μεταστροφές της τύχης.2. το τοπικό όριο όπου τελειώνει κτ.: H αρχή και το μιας ευθείας. Tο του δρόμου, το τέρμα. Στο του διαδρόμου είναι το δωμάτιό του. Tο του βιβλίου, η τελευταία ή οι τελευταίες σελίδες. 3. (ως επίρρ.) α. τελικά: Έγιναν πολλές προτάσεις και / στο ~αποφασίστηκε να ξανασυζητηθεί το θέμα. β. στις εκφράσεις στο ~ ~, στην τελευταία και οπωσδήποτε όχι χειρότερη περίπτωση· ΣYN ΦP στο κάτω κάτω. ~ πάντων, επιφωνηματικά, για να εκφράσουμε αγανάκτηση, ανακούφιση ή συμβιβασμό· επιτέλους: Πότε θα ΄ρθει πάντων! Ήρθε πάντων και ησύχασα. πάντων κάνε ό,τι θέλεις. [αρχ. & λόγ. < αρχ. τέλος]






αλήθεια η [alíθ<x>a] O25α γεν. πληθ. αληθειών [aliθión] λόγ. γεν. και αληθείας : I1α.η ιδιότητα που έχει κτ., όταν εκφράζει την πραγματικότητα: Aμφισβητώ την ~ των ισχυρισμών του / της κατάθεσής του / των λεγομένων του. Θα ελέγξω την ~ της πληροφορίας. β1αυτό που είναι σύμφωνο με ό,τι πραγματικά υπάρχει ή γίνεται. ANT ψέμα: Λέω την ~. Θέλω να μάθω όλη την ~ / την καθαρή ~. Eίπε τη μισή ~, αποσιώπησε όσα δεν τον συνέφεραν. Aυτά που είπε δεν ήταν ~αληθινά. Eίναι ~ ότι θα φύγεις; Kρύβω / αποσιωπώ / αποκαλύπτω / φέρνω στο φως την ~. Θα λάμψει η ~, θα αποδειχθεί, χωρίς καμιά αμφισβήτηση. (σε όρκο)ορκίζομαι να πω την ~ και μόνο την ~. || (μτφ.): Ίχνος αλήθειας / κόκκος αληθείας, για κτ. εντελώς αναληθές: Σε όσα είπε δεν υπάρχει ίχνος αλήθειας. || Oρός* αληθείας / της αλήθειας. (έκφρ.) η ώρα της αλήθειας, δεν υπάρχουν πια περιθώρια για αναβολές, υπεκφυγές, δικαιολογίες κτλ. β2η ίδια η πραγματικότητα: Aυτή είναι η σκληρή / πικρή ~. H εύρεση της ιστορικής αλήθειας. (έκφρ.) η ~ είναι πως / ότι… ή για να πω / πούμε την ~, όταν ομολογούμε ή παραδεχόμαστε κτ.: ~ είναι πως έχει κάποιο δίκιο να διαμαρτύρεται / ότι χωρίς πολλή δουλειά δε θα πετύχεις τίποτα. Για να πω την ~, δε θα ήθελα να αναλάβω τέτοια ευθύνη, για να είμαι ειλικρινής. η ~ να λέγεται, όταν αναγνωρίζουμε κτ.: Έκανε πολλές προσπάθειες για να βοηθήσει, η ~ να λέγεται. (όρκος) μα την ~: Aυτά ακριβώς μου είπε, μα την ~. Mα την ~, δεν αντέχω άλλο, ως έκφραση αγανάκτησης. ΦP γυμνή* ~(γνωμ.) από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την~επειδή αυτοί δεν ελέγχουν αυτά που λένε και έτσι δεν μπορούν να κρύψουν υστερόβουλα την αλήθεια. (η) λανθάνουσα* γλώσσα λέει (πάντα) την ~2α. γνώμη που επιβεβαιώνεται από την εμπειρία και που είναι γενικά αποδεκτή: Aπό αυτόν τον άνθρωπο άκουσα πολλές αλήθειες για τη ζωή. Eίπες μια μεγάλη ~, ότι οι άνθρωποι είμαστε αχάριστοι. β. αρχή με γενική εφαρμογή που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση: Eπιστημονική / μαθηματική / φιλοσοφική ~. Kανένας δεν κατέχει την απόλυτη ~. || πνευματική πραγματικότητα που υπερβαίνει τις εμπειρίες των αισθήσεων: Mεταφυσικές αλήθειες. H χριστιανική ~. H εξ αποκαλύψεως ~, που αποκάλυψε ο Θεός στους ανθρώπους. II. (ως επίρρ.) αληθινά, πραγματικά, πράγματι: Tου έδωσα, ~, αυτά τα χρήματα. Tι ωραία που είναι, ~, στην εξοχή! Eίναι~ ένας τίμιος άνθρωπος, αναμφισβήτητα. || όταν κτ. λέγεται παρενθετικά, επιτατικά ή αιφνιδιαστικά μέσα στη ροή της συζήτησης: ~, δε μου είπες τι αποφασίσατε χτες. ~, τι θα έλεγες για έναν περίπατο; || σε ερωτηματική πρόταση για να εκφράσουμε απορία, αμφιβολία, δυσπιστία, συχνά και ειρωνικά ή πειραχτικά: ~ γιατί έφυγες τόσο νωρίς χτες; Tι λες, ~! έτσι νομίζεις ότι είναι η κατάσταση; ~, γιατί μου φέρεσαι έτσι; (έκφρ.) στ΄ ~, αληθινά, αλήθεια: Δεν το λες στ΄ ~. Στ΄ ~, δε θα έρθεις; [αρχ. ἀλήθεια με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]

Ουδείς πιο αχάριστος από τον ευεργετηθέντα

Κανείς βεβαίως -και βάζω το μικρό μου δάχτυλο κάτω από τη βρύση- δεν ξέρει τίποτα για τα πάντα (όχι αυτά που γαμιούνται) αλλά ας ξεκινήσουμε από κάπου απλά. Ρε, που να με βαράτε δε κλαίω. Τι πάει να πει συγκόληση καλωδίου στο βίσμα στη τελική?. Ποιος είναι το βίσμα και ποιος το καλώδιο. Όλα βρίσκονται στο κενό λοιπόν και γω θεωρώντας την πληρότητα βλέπω το ζοφερό μέλλον να γίνεται παρόν και να μου τρώει λίγο λίγο τη ζωή σα το σαράκι. Το απόλυτο όπλο βρίσκεται στο μυαλό του προέδρου Γοργοποτάμου, τον οποίο ευχαριστώ θερμά. Αργότερα ίσως απευθύνω και χαιρετισμούς. Αλλά τι να το κάνεις. Αυτό τον άνθρωπο τον μισώ και θα έκανα καμιά κωλοτούμπα για να πεθάνει. Και επειδή στις μέρες μας στενεύουν τα όρια του τι επιτρέπεται να ειπωθεί ή να συζητηθεί δημόσια θα σημειώσω με περίσσεια τσαχπινιά ένα "ΑΝΤΕ ΓΑΜΗΣΟΥ" και το αφιερώνω σε κάθε είδους ρουφιάνου και σε όλους τους κυνηγούς, εντός και εκτός εισαγωγικών.

Πρέπει να υπάρχουν πάντα κάποια όρια. Όλοι γνωρίζετε ότι στο διαδικτυακό χώρο αφθονούν οι κακοπροαίρετοι κι οι κακοήθεις, οι οποίοι κρύβονται πίσω από μια οθόνη και πλασάρουν τσιπάκια στους γονείς ώστε να μπορούν να ελέγχουν και οι ίδιοι τα παιδιά τους. 'Η όχι, αυτό το κάνουν οι μασόνοι. Εμείς οι άλλοι απλά βριζόμαστε χωρίς λόγο και αιτία και τον παίρνουμε αραιά και που στα φανάρια, ε. Ιδιαίτερη αναφορά να κάνω αυτή τη στιγμή στον κάδο για λερωμένες πάνες που πάντα ήθελα να αποκτήσω, αλλά όταν μαζεύω τα λεφτάκια να πάω να τον αγοράσω κάτι θα τύχει και δε τον παίρνω. Μία φορά είχα μαζέψει τα 17,45€ και στο δρόμο με τις λεύκες με έπιασε η αλλεργία μου και είδα και έναν εφιάλτη μετά. Ότι και καλά έχω βγάλει άπειρα σπυράκια και ο Κατακουζινός με πλένει-λευκαίνει-απολυμαίνει σε μία μπανιέρα γεμάτη με μπεταντίν. Τελικά είχα όντως βγάλει σπυράκια λόγω της αλλεργίας αλλά τον εφιάλτη τον έβλεπα όσο κείτονταν το σώμα μου αναίσθητο -από τα χτυπήματα της κυβέρνησης και κάτι οργανωμένων αλητών- στο δρόμο ακριβώς δίπλα από το βόθρο που είχε ξεχειλίσει. Όπως καταλαβαίνει κανείς ήταν δύσκολη μέρα γιατί εκτός των όσων έγιναν όπως και σας πληκτρολόγησα παραπάνω, εκείνη τη μέρα ένιωσα την απόλυτη περιφρόνηση. Τέλος πάντων, εκείνη τη μέρα η μαμά δε μου έδωσε να φάω κομπόστα και από τότε δε της μιλάω.

Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε, αλλά δε σπάω τη σιωπή μου. Γυρνάω κάτι δειλινά φθινοπώρου σε άδειες πλατείες, γεμάτες από πεσμένα κίτρινια φύλλα, ακούγοντας την καρδιά του σύμπαντος. Δε ξέρω, είναι κάτι ώρες -παράξενες ώρες- που σκέφτομαι ότι πρέπει να σπάσει το φράγμα της σιωπής και να χορέψουμε όλοι μαζί σε λάτιν ρυθμούς ή να κάνουμε μαζί μπάνιο. Είναι αυτό το μεταίχμιο που σε έχει στη πίεση και άλλες φορές νιώθεις ότι θα σκάσεις σα μπαλόνι, άλλες φορές θα σκάσεις σα φούσκα και άλλες φορές νιώθεις την απόλυτη λύτρωση. Και όπως είναι φυσικό το πείραμα είχε εφιαλτικές παρενέργειες. Το πλήρωμα του πλοίου δεν άντεξε ως το τέλος. "Ηπιαν και αποδήμησαν εις Κύριον" που λέει και ο Μπαρμπα Γιάννης ο Κανατάς του οποίου η βεράντα μυρίζει από τα τσισάκια των γατιών. Ρε πούστη κανατά, πάρε το λάστιχο και βρέξε τη βεράντα. Φτάνει πια! Καταντάει αηδία ρε κανατά. Σα τον άλλο που πήρε και κούρεψε ένα μαθητή. Έτσι, παραχωρήσεις προς το συμφέρον της ηλίθιας κουλτούρας που καθείς κάνει αυτό που νομίζει ότι είναι σωστό και έπειτα προσελκύει όλα τα πυρά για να το παίξει κάποιος κάποτε κάπου και μετά θα κάνει κάτι σε κάποιον άγνωστο που κανείς άγνωστος δε θα θελήσει να μάθει την ταυτότητα αυτού -του πρώτου αγνώστου δηλαδή-.

Αν δε το αντέχεις και σε πιάνει πόνος στο γόνατο ή πλήξη, παράνοια, φόβος ή φόβος και παράνοια στο Λας Βέγκας φταίει η έλλειψη φορολογικής συνείδησης και το γεγονός ότι επιτίθεσε με ψέματα και λάσπες. Καλά ρε φίλε ακόμα δε κατάλαβες ότι έχω διαβάσει όλα τα βιβλία που γράφτηκαν και έχω καταλάβει ότι η ιστορία αυτή έχει τραβήξει πολύ χωρίς λόγο(?). Γιατί το απλό γιατί το γαμάει ένα γατί και βγαίνει μπροστά σου όταν θες να ενεργηθείς και αναρωτιέσαι τι και πού και γιατί και πότε, αλλά είναι ήδη αργά. Κλάψε όσο θες. 

Αρκετές φορές μου λέω "πόσο τελειωμένος είσαι ρε φίλε, στο ξαναλέω, τσάμπα τα διαβάσματα" αλλά στη τελική άλλοι μετατρέπουν την ελληνίδα σε ένα όργανο που απλά μεγαλώνει αυτό που λέμε "κόμπλεξ "ανωτερότητας" απέναντι σε άλλες". Δε μπορείς δηλαδή να πας κάπου χωρίς να πληρώσεις και να περάσεις κάλα. Εντάξει μωρέ! Σώπα! Φυσικά και υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά στη τελική αυτές είναι που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Παράπλευρη παραπληγική προσέγγιση πραγματικότητας

Συννέφιασε.

Αρχίζει να ψιχαλίζει.

Τώρα βρέχει.

Νάτο και το χαλάζι.

Δε θα αναλωθώ άλλο σε θέματα παιδείας όμως.

Η μοίρα των κλασμένων


Όταν το σπίτι σου δεν έχει παράθυρο προς το βορρά ή ο κάδος ανακύκλωσης σου μυρίζει χαράαγάπηελπίδασιρίλοτσούπατσουπς απλά και μόνο για να σου υπενθυμίζει ότι υπάρχει αλλά εσύ δε μπορείς να τα νιώσεις ή να τα διαγράψεις μια για πάντα.. Όταν το μυαλό σου αδυνατεί να δεχθεί το άρρωστο σου σώμα ή τα όνειρα σου χωράνε σε μία άνευ ορίων πιστωτική.. Όταν αναλώνεσαι μια ζωή στο πώς να γίνεις το μεγάλο ψάρι που θα φάει τα μικρά ή ακούς νύχτα μέρα χατζηγιάννη..


Τότε πραγματικά δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα στο να πράξεις αυτό που είναι καλό για τον εαυτό σου, έστω και αν οι άλλοι το μεταφράσουν ως αδυναμία. Κατά βάθος θερίζει η ζήλεια στις μέρες μας.


αυτοκτονία η [aftoktonía] : 1.η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αυτοκτονώ: H ~ καταδικάζεται από τη χριστιανική θρησκεία. Aπόπειρα αυτοκτονίας. || Ομάδα / απόσπασμα αυτοκτονίας, που προορίζεται και είναι αποφασισμένη να εκτελέσει μια στρατιωτική αποστολή με ελάχιστες ή χωρίς πιθανότητες διάσωσης. 2. (μτφ.) πράξη, ενέργεια λίγο πολύ ενσυνείδητη που επιφέρει την ηθική ή υλική αυτοκαταστροφή: H παραίτησή του ισοδυναμεί με πολιτική ~.


Επειδή όμως φοβάσαι μήπως και κάτι πάει στραβά και πεθάνεις, μπορούμε να σε κάνουμε φίλο μας αφού πρώτα σου κατουρήσουμε το λαρύγγι.

Βία
Ίσον
Αγάπη

Ναι, καλά -δε- κατάλαβες.

Αρχή.
Θα δεις.
Ε περίμενε ντε.
Κάνε λίγο υπομονή μόνο.
Είναι κάτι σα παιχνίδι νομίζω.
Γράφω μία λέξη παραπάνω κάθε φορά.
Η προηγούμενη σειρά έχει μία λέξη λιγότερη.
Μπορείς να το τσεκάρεις αν δε με πιστεύεις.
Δε νομίζω να καταλάβεις και τίποτα, μόνο θα κουραστείς.
Σα τον σοφό γέροντα που έλεγε συνέχεια τα ίδια πράματα.
Μερικές φορές τελικά είναι κουραστικό ακόμη και για μένα τον ίδιο.
Σταματάω εδώ λοιπόν και να πάει να γαμηθεί κάθε κανόνας που με θέλει να γράφω μία λέξη παραπάνω σε κάθε νέα σειρά, σε σχέση με τη προηγούμενη. Ε και τώρα που δεν ακολούθησα τον ηλίθιο "κανόνα" μήπως έγινε κάτι? Ή μήπως αν τον ακολουθούσα θα γινόνταν καλύτερος ο κόσμος...

Η αλήθεια είναι πως υπάρχουν αναρίθμητα ιστορικά παραδείγματα. Και ναι, τελικά ισχύει. Οι Έλληνες είναι βλάκες. Με μία αδικαιολόγητη βεβαιότητα που με διακατέχει -η αλήθεια είναι- αυτό θα γίνεται και στο μέλλον. Είναι στο ντι εν εη τους* μάλλον. Και δεν εννοώ πως ο δολοφόνος γεννάει παιδί δολοφόνο. Όχι, μη κλάψεις. Τουλάχιστον στο ξεκαθάρισα αυτό. Ο άνθρωπος δημιούργησε νέους και μεγαλύτερους κινδύνους. Δε μιλάω ούτε για τεχνητές αρρώστιες, ούτε για μόδες, ούτε για ακραία πολιτικά κινήματα μπλα μπλα μπλα δε θα το βρεις ρε μαλάκα. Σόρρυ. Το παίρνω πίσω. Όπως και να έχει δε θα το έβρισκες. Όταν πληκτρολογώ ότι ο άνθρωπος δημιούργησε νέους και μεγαλύτερους κινδύνους, αναφέρομαι στη δημιουργία "ελεύθερης βούλησης- φυσικής ανάγκης κτλ κτλ" που προσπαθούν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι έχουμε και πως είναι καλό να διαγράψουμε έτσι απλά κάθε πνευματική εξέλιξη και κοινωνική οργάνωση και να πάμε στο βουνό. ΟΧΙ! Αυτό θα μπορούσε να είναι κάποιου άλλου βλάκα το σχέδιο. Εμείς απλά έχουμε πατήσει -με κάθε πιθανή έννοια της λέξης αυτής- πάνω σε κάθε εξέλιξη και αφού βιάσαμε το κάθετι που δε μας ανήκει, τώρα το πουλάμε σα καινούργιο. Είναι κρίμα? Μπορεί. Είναι δύναμη και ταυτόχρονα αδυναμία, ποζεριά και βλακεία, βία και αλληλεγγύη, μπόλεκ και λόλεκ.

Αν σκανδαλίζεται πάντως και σένα η συνείδηση σου να ξες ότι τα ζιζάνια ποικίλουν από περιοχή σε περιοχή και καλό θα είναι να πας σε κανά γιατρό να δει τι παίζει. Τα μικρά ζιζάνια θα μπορούσε ο καθένας να τα παραβλέψει, αλλά αν μιλάμε για πολυετή τότε ίσως το πρόβλημα να είναι μεγάλο και η αντίδραση σου αναγκαία. Ίσως να μη βγάζει και τρελό ζουμί η όλη φάση αλλά αν το παλέψεις όλο και κάτι θα βγει. 

Σίγουρα υπάρχουν οι κατάλληλες λέξεις στη σωστή σειρά που να αποδίδουν απόλυτα αυτό που νομίζεις ότι νιώθεις. Στα όρια της γλώσσας σου πάντα. Για αυτό να αγαπάς ανθρώπους όπως ο Μπρεχτ, ο οποίος γαμούσε ανάποδα τα ναζιστικά κείμενα και έπερνε την ουσία αυτών καθαυτών. Αποδιάρθρωνε ίσως να ήταν καταλληλότερη λέξη αντί του "γαμούσε ανάποδα", αλλά δε φταίω εγώ αν όντως τα γαμούσε ανάποδα. Μεγάλος καργιόλης ε. Με την καλή έννοια.
Τρελό ριστέπκτ.